- απιστοσυνη
- ἀπιστοσύνη
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
απιστοσύνη — ἀπιστοσύνη, η (Α) απιστία … Dictionary of Greek
ἀπιστοσύνην — ἀπιστοσύνη fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπιστοσύναν — ἀπιστοσύνᾱν , ἀπιστοσύνη fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)